30.3.10

αφού τίποτα αλλο δεν εμεινε να μ' ενδιαφερει για τωρα
ας γραψω καμιά βλακεία να περασει κι η λαιμητομος.
Σταθερα τα ποδια ψηλά ,
τα τσιγαρα αναβουν για να σβησουν μες στο κεφαλι για ν' αναψουν
την απαραιτητη φωτια.

και να 'μαι μετεωρος πάλι,

Χορτατος ,
διχως διαθεση να μαζεψω αγριοχορτα απο κανενα λιβάδι ,
περιμενοντας την αφιξη εκεινου που ποτε δεν προκειται να ερθει ,
κάνοντας φουσκες με τα ονειρα .

29.3.10

η συνεχής
ομιλία
για χάρη
του όποιου κοινού παρόντος

καθιστά
την υπαρξη
αβάσταχτα περίπλοκα
γυμνή με αίματα

25.3.10

τελείες

Εκλεισα την πόρτα του δωματόυ μου.
Τωρα κανεις δε μπορει να εισβάλλει.
Ισως το τηλεφωνο που χτυπαει.
Δεν το σηκωνουν ουτε αυτοι.
Εγω αποκλειεται να σηκωθω πάντως.
Οποιος θελει να με βρει ας με ψαξει.
Δε νιωθω την αναγκη να γυρεψω καποιον.
Αλλα προτιμω τις στιγμες που υπαρχουν κι αλλοι τριγυρω.
Για να μιλαμε και να χαζολογάμε.
Για να μην ειμαι μονος.
Καθε που κατεβαζω τα στορια έρχεται και στρογγυλοκαθεται.
Η επιθυμια , το αεναο ,η υποχρεωση , η αναγκη , ο διαολος και ο συνέταιρος του . Ο θεος , δηλαδή.
Ειναι καλυτερα με αλλους .
Σπάει ο δρόμος.
Δε φτάνω εκει που αέρας , νερό ,φως δεν διαδραματιζουν καποιο ρόλο.
Εκει δεν εχει σημασια αν εχει οτιδηποτε.
ολα απορροφουνται.
Πριν τα δω , τα αισθανθω καν .
Στο σημειο αυτο αρχιζει η υποχρεωση .
Κατι να κανω να βγω απο αυτη τη φαση.
Πλεον εχω δραστηριοτητες που γεμιζουν λίγο το Μαρακανά του χρόνου μου.
Το κρεββατι με φιλοξενει μονο οταν κοιμαμαι.
Πλεον.Πλέω.
Και δεν ήξερα οτι μπορω να το κανω κι αυτο.
Απ' οσο εχω αντιληφθει στο μικρο διαστημα της πλεύσης δεν ειμαι σε λιμνη.
Πρεπει από ένα ποταμι να ξεκινησα κι αφου ολοκληρωσα την εκει πορεια μου χύθηκα σε καποια θαλασσα.
Εγώ το χώμα αλλαξα καριερα.
Αντεδρασα .
Κι εγινα υγρός.
Αλλαξα μορφη.
Τι να εκανα?
Χαμπαρι δεν πηρα πως συνεβη .
Ενώ ημουν απασχολημενος με το χωματενιο τελμα μου το παρόν με μετετρεψε .
Ισως φταιει ο πολυς ήλιος .
Και το κυμα που σκαει στην ακτή.
Ξεχάστηκα , μαλλον.
Και κατα τη διαρκεια της απουσιας μου βρηκε ευκαιρια κι εκανε ο,τι εκανε.
Οχι πως ενοχλουμαι.
Μπορω να πω πως ειμαι σχεδον ευγνωμων .
Δεν αντεχοταν αλλο η στερεη μου υπαρξη.
Επρεπε να κατεδαφιστει.Κι ενω κώλωνα να τη γκρεμισω , γκρεμιστηκε απο μονη της. Ξεχασα να την υποστηριξω για δυο τρεις εβδομαδες .
Αφεθηκα.
Ακουγα τους ήχους .
Τους φυσικούς . Και έχουν δυναμη αυτοι.Πολυ μεγαλη.
Σε νανουριζουν γλυκα καθε μερα και σε ξυπνανε απο το ληθαργο καθε στιγμή.

Νομίζω πως ειναι καλυτερα να πάω στην κουζινα να καθαρισω κατι κουτσομουρες.
Με προλαβε το τηλεφωνο .
Πρεπει να βγαλω λεφτα να πληρωσω την ασφαλεια του αυτοκινητου.
Ας περιμενουν οι κουτσομουρες.
Κακως .
Ειναι απανθρωπο να περιμενουν οι ροζ γλυκιες μου και γω ν' ασχολουμαι με χαρτιά.

23.3.10

τι με πονάει?

ξέχασα

είναι τόσα κι αυτά που

θυμήθηκα

το αριστερο γόνατο.

ωραία:
ξέρω πως το αριστερο γόνατο πονάει.
η ομορφιά
ειναι
το φάρμακο
που ξαναπλάθει
την απαραίτητη ουτοπία.

κουλουριάζομαι
γύρω από τον αφαλό σου
σε ανασαίνω
σε ολη σου τη μυρωδιά

19.3.10

ΟΝΕΙΡΩΞΗ

κάποτε δε θα θέλω να κανω κάτι.

Αφου δεν αφήνω ο,τι θέλω
να περάσει
χωρίς να το γευτώ

18.3.10

ανεβαίνουμε στον πιο ρηχό ουρανό
ζητώντας του τη γνώση του πυθμένα

τις λέξεις αφήνουμε
να ζαλίζουν την αληθεια.

κόβουμε ο,τι περισσεύει
προς τέρψη του ουμανισμού.




δύσμοιροι γέροντες
που τους ήρθε η διαύγεια
στα τελειώματα.

14.3.10

ξαπλωμένος
ρουφάω τους τοιχους σου
να γλυστρήσουν
στο όλοκληρο
τίποτα μου.

το βράδυ
θα αποπλανηθουμε πάλι.

11.3.10

θα σου φέρνω μαγνητάκια από παντού

στάθηκες τόσο άτυχη
που έστω
αυτή την παιδαριώδη στιγμή χαράς
θέλω να σου χαρίζω

και οι δύο έφυγαν
μέσα απ' το στήθος σου
δε θα 'μαι ο τρίτος

φτύνω τον κόρφο μου
όταν βλέπω μαύρη γάτα
και την αγκαλιάζω
με το βλεμμα και τη ψυχή μου μόνο.

9.3.10

μετα από τόσες βαρετές σειρές λέξεων
που άκουσα χθες
συμπεραίνω
πως είναι πολύ εύκολο να γράψεις ποίηση
κι ακόμα ευκολότερο να γελοιοποιηθεις.

Είναι δυνατόν να υπάρχει ακόμα πολιτικοποιημενη τέχνη?
στενόμυαλοι όλοι σχεδόν .

αρκέτα ο τριαρίδης
και περισσοτερο ο λειβαδας
δραπετευσαν

Είναι κάτι

πρώτη φορά σε βραδιά ποιησης.
κι οταν εφτασα σπιτι
καταφερα
να πλυνω τα δοντια μου.

5.3.10

μαστίχα το στομάχι,
μασουλάω την ανασα μου.

σχεδόν αδιάφορος για τα επίκαιρα.

και όσοι σκουριάζουν την ευγένεια
μεγεθύνουν τη χαραμάδα
και ποτίζουν τσιμέντο
τα σε βάθος ταραγμένα
ερείπιά μου.