13.9.09

μια περιγραφή

ημουν έξω και επινα με τον Πάρη και τη Λευκή
συζητουσαμε για κοινωνιες , εξελιξη αυτών και αν πρεπει να ψηφίζουμε
Υποστηριζα πως οι κοινωνικες αλλαγες ερχονται σαν το ιππικό.Οταν είναι πολύ αργά.Οταν εχουν προκυψει νέα προβλήματα.

Αλλαξαμε και μπαρ
φάγαμε κι ενα σαντουιτσάκι
και μ' άφησε εξω απο την πολυκατοικία που μένω
γύρω στις δυομιση τη νυχτα.

Στην είσοδο
ειχε κουρνιάσει μια κοπελιτσα.
Μαύρο μακρύ μαλλί με τρελές μπούκλες, ψηλή με ψηλά πόδια , ομορφο προσωπο .
Εμενα περιμενε.
Την ξύπνησα και της είπα να ερθει επάνω να κοιμηθεί.
Οχι μαζί μου.
Καθισα λίγο μαζί της ,
έπλυνα τα δόντια μου ,
της έδωσα ένα σεντόνι
και πήγα στο δωματιο μου.
Σε λίγο ήρθε.
''Να κοιμηθω μαζι σου?''με ρώτησε.
''Οχι''.
''Μια τελευταια φορά.Για την ενέργεια''
''Σε παρακαλω άσε με να κοιμηθώ''
''Μια τελευταία φορά''
''Σε παρακαλώ.Θέλω να κοιμηθώ.Άσε με.Καλή σου νύχτα''.
Με παρακαλούσε.
Σιχαίνομαι να με παρακαλάνε.
Το βρίσκω εξευτελιστικό.
Και για εκεινον που παρακαλαει
και για τον άλλο που κάνει χάρη.
αυτοσεβασμός τίποτα.

Έπινε καφέ όταν ξύπνησα.
Καθισα μπροστα στον υπολογιστη και δε μιλούσα.
Ημουν ακομα βαρύς από τον ύπνο
και δεν είχα και κάτι να της πω.
''Πες κάτι. Μη γίνεσαι κακός'' μου 'πε.
''Δεν έχω κάτι να πω.
Και δε σου 'πα εγώ να έρθεις.
Μονη σου το αποφάσισες''.
Ένιωθα δυνατός.
Που είχα ένα κοριτσακι λουκούμι
και δεν του πήδηξα την καρδιά.
ήταν ερωτευμένη με μένα.
Εγω όμως δεν ήμουν.
Δε μπορούσα να εκμεταλλεύτω τα συναισθήματα της.
Το 'πα στον φίλο μου τον Βαγγέλη
και μου 'πε πως έκανα μαλακία που δεν την πήδηξα.
''Αφού ρε μαλάκα
το κοριτσακι
ειναι ερωτευμενο μαζι μου
και δε γουσταρω να την μπερδευω κι αλλο με γαμήσια και τετοια''του 'πα.

Αυτο που δεν είπα
είναι
πως ένιωσα και μια λεπτή αίσθηση γλυκιάς εξουσίας με το συμβάν.
Τη σιχαίνομαι κι αυτή.