21.11.10

ήταν γεμάτο με μνήματα.Όπως πρεπει σε ενα νεκροταφειο.Ετησιο μνημοσυνο.Εφτασα νωρις.Αντε να βρω τωρα ποιο ειναι το μνημα.Στεκομαι τυχερός.Βλέπω τον αδερφο του.Τι εγινε, καλα και τετοια.Συγκρατημενα.Κατι μου λεει οτι παει στην τουαλετα να στριψει ενα τσιγαρο και αν καποιος τον ζητησει να πω πως.Εκει τον εχασα.Ηθελα καφε.Πηγα πηρα εναν.Γυρισα καθισα σ' ενα παγκακι απεναντι απο το μνημα και αναψα ενα τσιγαρο.Στο λεπτο ηρθε ο αδερφος του και μου αφησε ενα διφυλλο στο χέρι.Αναψε το , μου 'πε.Εδω? τον ρωτησα.Ναι,ρε.Που? Ρε , ειναι κοσμος διπλα ,του 'πα.Δε πειραζει , φυσαει αερας.Ειχε δικιο.Φυσουσε.Και πηγαινε τον καπνο ισα πανω τους.Ρε μαλακα ολος ο καπνος πανω τους πηγαινει ,του 'πα.Με τόσα λιβανια που καινε εδω πέρα ... σιγα το πράμα.Δεν ειχε και αδικο.Ρουφηξαμε το τσιγαρακι , επινα καφεδακι , σιγα σιγα μαζευοταν κι ο κοσμος.Ηρθαν κι οι δικοι μας.Του νεκρου , δικοι μου , του αδερφου.Εξάλλου ολοι ενα ειμαστε.Γνωριζομαστε κι απ'την καλη κι απ' την αναποδη.Πηγαδακια στηθηκαν με σεβασμο ομως.Ελεγε ενας για εναν που στις εξη το πρωι του ζητησε μια μεγαλη μπυρα.Πηρε κι αυτος ενα μπουκαλι νερο και το γεμισε μπυρα.Μεγαλη μπυρα , σιγουρα.Σιγουρα κι άλλος θα τον θυμαται για μια ζωη.Η ωρα κυλουσε με σιωπες και ψιλοκουβεντουλες.Ενας παπας που ηταν γενικα στο χωρο ετρεχε πανω κατω να προλαβει εφτα μνημοσυνα σε δυο ωρες.Πηγαμε προς το εκκλησακι που θα τελουνταν το μνημοσυνο.Περιμεναμε κανα δεκαλεπτο μεχρι να ερθει ο παπας.Ηρθαν κι οι υπολοιποι.Μαζευτηκαμε καμποσοι απο μας.Μες στα μαυρα, με γυαλια ηλιου καποιοι, ,ενας με μπλουζακι που εγραφε mafia , όλοι με δερματινα μπουφαν ως τη μεση.Συνεννοηση δεν ειχε προηγηθει.Εδω με το ζορι συνεννοουμαστε με τους εαυτους μας , πως να καταφερουμε να συνεννοηθουμε και αναμεταξυ μας?Μπήκα για μισο λεπτο μες στο εκκλησακι.Δεν αντεχοταν με τιποτα εκει μεσα η κατσταση.Ηρθε κι ο πατερ κι αρχισε τα δικα του.Κάπως συγκεντρωθηκα .Ακουγα τα λογια του.Σε πεντε λεπτα τα ειχε πει ολα.Περιεκτικοτατος ο καριολης.Για αναρχια της ζωης μιλησε , για το πυρ το εξωτερο, τη κολαση , το παραδεισο , τις κακες πραξεις που συγχωρναει ο παναγαθος.Τα παντα ειπε .Αριστερα μας ειχε ενα κτιριακι που εγραφε νεκροστασιο.Στο 424 ημουν σε τετοιο , ειπε ενας.Μας εφερναν τους νεκρους απο το νίμιτς.Τους πλεναμε με το λαστιχο .Τον κοιτουσε περιεργα η Τώνια.Τι κοιτας , ρε? Παρκινγκ νεκρων ειναι.Οπως παρκαρουν τ' αυτοκινητα ετσι παρκαρουν και τους νεκρους.Ενας αναλαφρος μιλουσε στον αδερφο του.Ναι , ναι του απαντουσε εκεινος.Φιλοι των γονιων του ηταν απλωμενοι τριγυρω και συζητουσαν χαμηλοφωνα.Ο παπας ειπε αμην και ξεκινησαμε ξανα για το μνημα.Καθως πηγαιναμε ειπα σ'εναν φιλο μου που αναρωτιοταν τι κανουμε τωρα πως και γω πρωτη φορα ηρθα σε μνημοσυνο.Πλακα μας κανεις ρε? Τη μιση θεσσαλονικη εχεις σερβιρει καφε της παρηγοριας στο μαγαζι σου.Του πατερα σου , δηλαδη.Και μας λες πως δε ξερεις?Μονο εγω σου εστειλα δυο μνημοσυνα , μου 'πε. Μπερδευεσαι φίλε , του 'πα.Απλα ημουν μικρος και βοηθουσα τους γονεις μου και γειωσα μια σκληρη πλευρα της ζωης απο πιτσιρικι.Ο αδερφος του καθοταν διπλα στο μνημα και καπνιζε.Μια συστάδα περιστεριων φτερουγισε μαζικα προς τα παρακειμενα καλωδια της ΔΕΗ.Ο παπας ετρεξε σε ενα διπλανο ταφο που ηταν καποιοι αλλοι μαζεμενοι και ειπε κατι λογια εκει.Μετα ηρθε και σε μας.Πλεον δεν ακουγα τιποτα.Εβλεπα τις πολυκατοικιες που ειχαν σηκωθει τα τελευται πεντε χρονια.Μεχρι τοτε μονο χωραφια.Τωρα σχεδον της πουτανας.Απ' οπου μπορει ο καθενας να κερδισει θα κερδισει.Ξαναγυρισα στους νεκρους.Ολοι πεθαμενοι μετα απο το 2000.Οι άνθρωποι πεθαινουν σωρηδόν.Ενιωσα καλυτερα που ημουν ζωντανος.Κι ας εχω και τη τρελα μου.Ποιος δεν την εχει εξαλλου?