19.1.09

στον υπονομο
καθαριζοντας τ' αυτια μου με ουρες αρουραιων.
Πλενομαι
με καθαρο νερο.
Ισως να 'ναι καφετι αλλα
αφου ουτε σκιες δεν εχει εδω
λεω πως ειναι βροχινο.

Δε ζητησα να μπω

Ουτε μ' εριξε κανεις

Κυνηγησα πνευματικη σαρκα
ελευθερας βοσκης

Την πετυχα.
Και πετυχε.

Αρα μπλεχτηκα
σε αλεπαλληλα παγκοσμια ρεκορ ευτυχιας,
εντοιχισμενες προσδοκιες,
ιατρικα δεδομενα,
ποινικα δεδικασμενα,
συμπυκνωμενους θυμους.



Χαθηκα.
Κι η αυτη ειχε εξαφανιστει.

Μα την αληθεια
δεν ηξερα που βρισκομουν.

Καπου ψηλα πρεπει να ημουν
Κι απο κατω τιποτα
κι απο πανω τιποτα.
Μαλλον, δεν ημουν ψηλα.
Ημουν αλλου.

Για να εφευγα...
πως να φυγεις
απο ενα διαφανο
τιποτα
που δε τελειωνει
πουθενα ?
Ζωντανη ανυπαρξια.

Ετρεμα
ωσπου,
κοιμηθηκα.


Στο υπονομο
καταλαβα ξανά οτι ειμαι.
Σε ποια πολη δε ξερω
Σε ποια χωρα δε ξερω
το πλατσουρισμα των αρουραιων
ο μοναδικος ηχος.

Κι αν φοβηθηκα καποτε στην αρχη
τωρα ειμ' εδω

ουτε μ' αρεσει
ουτε το μισω.