17.2.09

10:15 on 3-4711

Αναψε το φως.
Για να κρυφτεί η θλιψη.
Επιπροσθέτως γέμισε ενα κρίκερ με κοκκινο κρασι.
Το κατεβασε με τις τρεις , ισως τεσσερις.
Ξαλαφρωσε.
Οι προσπαθειες για ταυτιση με οποιοδηποτε σημειο του χρονου απεβησαν ακαρπες.
Εστριβε και καπνιζε.
Πίνοντας.
Και επινε και εστριβε.
Και εννοειται πως καπνιζε.
Κατι περιμενε...
και περίμενε
Έβαλε μουσικη.
Στο τέρμα .
Η σιωπή δεν ήθελε ενταση για να παρουσιαστει γυμνή.
Και δεν ηρθε .
Η σιωπή .
Δεν ήθελε πάρε δώσε με παλιούς γνωστούς.
Κάτι καινουριο.
Με οργασμό .
Να ταϊσει την ανάγκη για ύπαρξη.
'' Μα τι στο διάολο? Το ψέμμα τρέφει το όνειρο?'' ρώτησε τον τοίχο.
''ναι'' τον προλαβε ο εαυτός του.
''κι η καυλα'' βογγηξε ιδρωμενος ο τοίχος.

Ολ' αυτά ξεπεράστηκαν με το που χτύπησε το κουδούνι .
Κάποιος ήρθε .
Η κίνηση του άλλου στο χώρο έσβησε τις ανησυχιες.
Όπως το κρασι το gourmet φαγητό.
Όπως η κουράδα τις βρωμερές κλανιές.